Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Νόσος του Crohn - η νόσος του Δυτικού κόσμου

Η νόσος του Crohn είναι μια φλεγμονώδης νόσος η οποία πλήττει το γαστρεντερικό σύστημα. Οι ομοιότητες της με την ελκώδη κολίτιδα είναι πολλές και κατόπιν τούτου ο διαχωρισμός των δύο αυτών νόσων ήταν δύσκολος για πολλά χρόνια, ο δε διαχωρισμός τους έγινε τα τελευταία χρόνια. Η νόσος του Crohn χαρακτηρίζεται από πολυεστιακές εξελκώσεις που μπορεί να εμφανιστούν από την στοματική κοιλότητα μέχρι και το ορθό έντερο και οι οποίες μπορούν να εξελιχθούν σε συρίγγια, σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα η οποία ξεκινά από μονοεστικές εξελκώσεις στον πεπτικό σωλήνα που εξελίσσονται γύρω από την κεντρική εστία.

Και στις δύο νόσους η εξέλιξη καθορίζεται από πολλούς παράγοντες - οι περισσότεροι από τους οποίους είναι αδιερεύνητοι για την ώρα- με κυρίαρχους την διατροφή, το άγχος, την κληρονομικότητα και την ιδιοσυγκρασία του πάσχοντος οργανισμού. Παρόλα αυτά επιδημιολογικές μελέτες ενώ μπορούν να συσχετίσουν κάποιους παράγοντες με την εμφάνιση ή την εξέλιξη της νόσου δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν αυτή την σχέση.

Ως αυτοάνοσο νόσημα, (το ανοσοποιητικό σύστημα του πάσχοντος αναγνωρίζει τον γαστρεντερικό σωλήνα του ως ξένο και επιτίθεται παράγοντας αντισώματα)  η νόσος του Сrohn εμφανίζεται κυρίως σε νεαρές ηλικίες, εφηβικές και μετεφηβικές χωρίς βέβαια να αποκλείονται και περιστατικά που μπορούν να εμφανίσουν τα συμπτώματα και μεταγενέστερα. Οι πάσχοντες εμφανίζουν κοιλιακό πόνο, διαρροϊκές κενώσεις, συχνότατα αιματικές με παρουσία βλέννας. Συνήθως είναι άτομα αδύνατα, και είναι πιθανόν να εμφανίσουν αβιταμίνωση λόγω της περιορισμένης απορρόφησης των θρεπτικών συστατικών από τον πεπτικό σωλήνα. Όταν η νόσος βρίσκεται σε παροξυσμό, είναι δυνατόν να εμφανιστούν δερματικά εξανθήματα και οίδημα στις αρθρώσεις. Το κάπνισμα βάσει μελετών μπορεί να αυξήσει κατά 20% περίπου την εμφάνιση των κρίσεων και τα αντισυλληπτικά χάπια είναι δυνατόν να αυξήσουν ή να διεγείρουν την εμφάνιση των συμπτωμάτων σε άτομα διαγνωσμένα με νόσο του Сrohn ή άτομα με προδιάθεση στην νόσο.

Η διάγνωση γίνεται με αιματολογικές εξετάσεις και με κωλονοσκόπηση. Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσονται καινούριες μέθοδοι με ραδιολογικά τεστ και πυρηνικά τεστ.

Θεραπεία της νόσου με την έννοια της πλήρους αποκατάστασης του ασθενούς δεν υπάρχει. Αυτό όμως που μπορεί να γίνει είναι ένα νανούρισμα των εξάρσεων που εμφανίζει η νόσος με αποτέλεσμα την μείωση της συχνότητας της εμφάνισης της φλεγμονής και συνεπώς των συμπτωμάτων. Αυτό γίνεται με χρήση αμινοσαλικυλικών (μεσαλαζίνης, ενός φαρμάκου με αντιφλεγμονώδη δράση, το οποίο λαμβάνεται είτε από το στόμα είτε ως υπόθετο) ή κορτικοστεροϊδών. Η άλλη επιλογή είναι η χρήση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων όπως για παράδειγμα αζαθειοπρίνης, έτσι ώστε να αναχαιτιστεί η επίθεση του ανοσοποιητικού συστήματος στο έντερο. Άλλη εναλλακτική η οποία λαμβάνει τα τελευταία χρόνια χώρα στην αντιμετώπιση της νόσου είναι η θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα, μια κατηγορία ενέσιμων "φαρμάκων" η οποία δεν είναι ακόμη ιδιαίτερα διαδεδομένη λόγω του υψηλού τους κόστους.

Παρόλα αυτά σε πρωταρχικό στάδιο ένα άτομο στο οποίο γίνεται διάγνωση για νόσο του Сrohn, πρέπει να ελέγξει την διατροφή του, να παρατηρήσει ποιες τροφές είναι αυτές που διεγείρουν τη νόσο. Γι' αυτό τον λόγο είναι χρήσιμο να κρατά διατροφικό ημερολόγιο. Η συχνότητα της εμφάνισης φλεγμονής θα καθορίζει την συχνότητα της εξέτασης αλλά ένα άτομο με νόσο του Сrohn πρέπει να ελέγχει την κατάσταση του εντέρου του με κωλονοσκόπηση μία φορά τουλάχιστον τον χρόνο.

Η νόσος του Сrohn είναι μια νόσος που επιδημιολογικά φαίνεται να εμφανίζεται κυρίως σε ανεπτυγμένες χώρες γι' αυτό και χαρακτηρίζεται ως νόσος του Δυτικού κόσμου, είναι μια δύσκολη νόσος με συμπτωματολογία τέτοια που περιορίζει τον πάσχοντα κοινωνικά και ψυχολογικά και η γνώση είναι απαραίτητη για τον περιορισμό των συμπτωμάτων της  και την θετική πρόγνωση της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου